του Marc Bekoff
Φυλακίζουμε τους χιμπατζήδες, βράζουμε τις γαρίδες, κάνουμε ηλεκτροσόκ στα ποντίκια, σκοτώνουμε τις ψείρες, τρώμε τα γουρούνια, αφαιρούμε το νωτιαίο μυελό των βατράχων, τυφλώνουμε τα κουνέλια
– τι οδηγεί αυτές τις συνήθειες;
Πριν εκατόν πενήντα χρόνια ο Κάρολος Δαρβίνος δημοσίευσε το κλασικό βιβλίο του, Η Καταγωγή των Ειδών. Αυτό το βιβλίο θεωρείται από πολλούς ως μια από τις εργασίες με τη μεγαλύτερη επιρροή που έχουν δημοσιευτεί ποτέ. Εκεί και αλλού, ο Δαρβίνος υπογράμμισε ότι οι διαφορές μεταξύ των ειδών είναι διαφορές σε βαθμό και όχι σε είδος, και οι ιδέες του για την εξελικτική συνέχεια προκάλεσαν επανάσταση στους τρόπους με τους οποίους σκεφτόμαστε σχετικά με το ποιοι είμαστε «εμείς» (οι άνθρωποι) και ποιοι είναι «αυτοί» (τα άλλα ζώα).
Τα ανθρώπινα ζώα χρησιμοποιούν τα μη ανθρώπινα ζώα (ζώα, από εδώ και στο εξής) με πολλούς τρόπους – για τροφή, έρευνα, εκπαίδευση, ψυχαγωγία, δοκιμές καλλυντικών και άλλα προϊόντα. Τα ζώα επίσης σκοτώνονται συστηματικά και επιπόλαια επειδή οι άνθρωποι θέλουν να επεκτείνουν τους ορίζοντές τους – για να χτίσουν περισσότερα εμπορικά κέντρα, πάρκινγκ, σιδηροδρόμους ή γραφεία. Τα ανθρώπινα οφέλη λέγεται πως αντισταθμίσουν το κόστος που πληρώνουν τα ζώα -την ανησυχία, τον πόνο και το θάνατο- και τα ανθρώπινα ενδιαφέροντα υπερισχύουν εκείνων των ζώων.
Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν συχνά την ιδιότητα της συμμετοχής σε ένα είδος για να αποφασίσουν ποια ζώα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διάφορους λόγους. Η χρησιμοποίηση του είδους για τέτοιες αποφάσεις αντί για τα μοναδικά χαρακτηριστικά ενός ανεξάρτητου ατόμου αποκαλείται «σπισισμός», ένας όρος που δημιουργήθηκε από τον ψυχολόγο Richard Ryder για να δείξει την προκατάληψη που βασίζεται σε φυσιολογικές [physical] διαφορές.
Το αγγλικό λεξικό της Οξφόρδης καθορίζει το σπισισμό ως «η διάκριση ή η εκμετάλλευση ορισμένων ειδών ζώων από τα ανθρώπινα όντα, βασισμένη σε μια υπόθεση υπεροχής του ανθρώπινου είδους». Παραδείγματος χάριν, όλοι οι άνθρωποι και μόνο αυτοί μπορούν να αποτελούν μια προστατευμένη ομάδα ασχέτως των μοναδικών χαρακτηριστικών ενός ανεξάρτητου ατόμου. Όταν ζώα όπως οι μεγάλοι πίθηκοι προστατεύονται από τον ασύδοτο πειραματισμό, αυτή η απόφαση είναι σπισιστική επειδή όλοι οι μεγάλοι πίθηκοι προστατεύονται χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν τα μοναδικά χαρακτηριστικά ανεξάρτητων ατόμων. Ο σπισισμός έχει ως αποτέλεσμα τα ζώα να ταξινομούνται ιεραρχικά ως «χαμηλότερα» και «υψηλότερα», με τους ανθρώπους στην κορυφαία βαθμίδα της σκάλας. Αυτή η σπισιστική άποψη αγνοεί τις μεμονωμένες παραλλαγές στη συμπεριφορά μέσα και ανάμεσα στα είδη, και ο ιεραρχικός σπισισμός αποφέρει ατέλειωτο πόνο και είναι κακή βιολογία.
Οι σπισιστές συχνά χρησιμοποιούν την ταξινομική ή συμπεριφοριστική (γνωστική, συναισθηματική) συγγένεια με τους ανθρώπους, την όμοια εμφάνιση, ή την κατοχή διαφόρων γνωστικών ικανοτήτων που παρουσιάζονται από κανονικούς ανήλικες ανθρώπους για να τραβήξουν τη γραμμή που χωρίζει τους ανθρώπους από τα άλλα ζώα. Οι γνωστικές δυνατότητες περιλαμβάνουν τις ικανότητες της αυτοσυνείδησης, της επικοινωνίας μέσω γλώσσας, της λήψης ηθικών αποφάσεων και του συλλογισμού.
Κάνοντας χρήση αυτών των κριτηρίων, πολλά ζώα δεν χρίζονται άξια προστασίας. Υπάρχουν και μερικοί άνθρωποι όμως (μωρά και ενήλικοι οι των οποίων ζωές είναι συμβιβασμένες φυσιολογικά ή ψυχολογικά) που ούτε αυτοί μπορούν να καλύψουν τα κριτήρια, και αυτό μπορεί να είναι ένα πρόβλημα για τους σπισιστές που στηρίζονται σε τυπικές ως προς το είδος γνωστικές ή συναισθηματικές ικανότητες και αγνοούν τις μεμονωμένες διαφορές.
Λόγω των μεμονωμένων διαφορών μέσα σε ένα είδος, αυτή η οπτική από την κορυφή -μια ανθρωποκεντρική προοπτική «εμείς» εναντίον «αυτών»- μπορεί να αποδειχτεί δύσκολο να ισχύει με συνέπεια. Οι σπισιστές επίσης συχνά χρησιμοποιούν τέτοιες λέξεις όπως «υψηλότερος» ή «χαμηλότερος» για να αναφερθούν σε διαφορετικές ομάδες ζώων. Αλλά, τέτοιες λέξεις αποτυγχάνουν να εξετάσουν τις ίδιες τις ζωές και τους κόσμους των ζώων. Οι αξιακές κρίσεις συνοδεύουν επίσης λέξεις όπως «χαμηλότερος» και «υψηλότερος» και μπορεί να οδηγήσουν στην κακή μεταχείριση των ατόμων που θεωρείται πως είναι χαμηλότερα -όχι εξίσου έξυπνοι, συναισθηματικοί, καλοί, ή πολύτιμοι- από άλλα, βασισμένες στην ιδιότητα του μέλους ενός είδους.
Ενώ υπάρχουν προφανείς διαφορές στη συμπεριφορά ειδών και ατόμων, αυτέ από μόνες τους λίγα πράγματα σημαίνουν για την προστασία των ζώων. Πολλά ζώα βιώνουν πόνο, ανησυχία και δεινά (φυσιολογικά και ψυχολογικά) όταν κρατούνται σε αιχμαλωσία ή υποβάλλονται σε ακραία ασιτία, κοινωνική απομόνωση, φυσικό περιορισμό, ή παρίστανται σε επίπονες καταστάσεις από τις οποίες δεν μπορούν να δραπετεύσουν. Και ακόμα κι αν δεν είναι το ίδιο είδος του πόνου, της ανησυχίας, ή των δεινών που βιώνονται από τους ανθρώπους, ή ακόμα και από άλλα ζώα συμπεριλαμβανομένων μελών του ίδιου είδους, τα συναισθήματά μετράνε. «Ο καθένας που λέει ότι η ζωή έχει λιγότερη σημασία στα ζώα από όση έχει σε εμάς, δεν έχει κρατήσει στα χέρια του ένα ζώο που παλεύει για τη ζωή του. Ολόκληρη η ύπαρξη του ζώου ρίχνεται σε αυτή τη μάχη, χωρίς να κρατάει αποθέματα.» (Elizabeth Costello, στο βιβλίο του J. Μ. Coetzee The Lives of Animals)
Είναι τα ανεξάρτητα άτομα που έχουν σημασία όταν εξετάζουμε τη μεταχείρισή μας προς άλλα ζώα. Η σημαντική έννοια του ηθικού ατομικισμού του φιλοσόφου James Rachels που παρουσίασε στο βιβλίο του Created from Animals: The Moral Implications of Darwinism είναι βασισμένη στο ακόλουθο επιχείρημα: «Εάν ο Α πρόκειται να αντιμετωπιστεί διαφορετικά από τον Β, η αιτιολόγηση πρέπει να είναι με όρους των μεμονωμένων χαρακτηριστικών του Α και των μεμονωμένων χαρακτηριστικών του Β. Η διαφορετική τους μεταχείριση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί επισημαίνοντας ότι ο ένας ή ο άλλος είναι μέλος κάποιας προτιμώμενης ομάδας, ούτε καν της “ομάδας” των ανθρώπινων όντων». Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στις μεμονωμένες παραλλαγές στη συμπεριφορά μέσα στα είδη. Είναι τα άτομα που προσωπικά αισθάνονται πόνο και υποφέρουν, όχι τα είδη.
Αυτοί οι άνθρωποι που επιλέγουν να χρησιμοποιούν ζώα, πρέπει να δείξουν περισσότερη ευαισθησία στα ζώα που χρησιμοποιούν. Τα ζώα δεν είναι μόνο πόροι ή ιδιοκτησία. Πρέπει να σεβαστούμε την αξιοπρέπειά τους και τις ζωές τους. Είναι προνόμιο να μοιραζόμαστε τους κόσμους τους.
Μεγάλη ποσότητα χρήσης ζώων προέρχεται από τις ομοιότητες παρά από τις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων και των άλλων ζώων. Η φιλόσοφος Lynne Sharpe επισημαίνει στο βιβλίο της Creatures Like Us ότι όταν εξερευνάμε και συλλογιζόμαστε τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των ζώων, όλο αυτό εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο καθορίζουμε τους εαυτούς μας. Γράφει, «Αυτοί που καθορίζουν το “εμείς” από τη δυνατότητά μας να εξετάζουμε τους εαυτούς μας δίνουν μια διαστρεβλωμένη άποψη για αυτό που είναι σημαντικό προς και για τα ανθρώπινα όντα και αγνοούν το γεγονός ότι πολλά πλάσματα είναι όπως εμείς με πιο σημαντικούς τρόπους δεδομένου ότι όλοι μοιραζόμαστε την ευπάθεια, τους πόνους, τους φόβους και τις χαρές που είναι η ζωή των κοινωνικών ζώων».
Εάν «αυτοί» τους οποίους χρησιμοποιούμε είναι τόσο πολύ όπως «εμείς», χρειάζεται να γίνει πολύ περισσότερη δουλειά για να δικαιολογηθούν οι επιλογές να χρησιμοποιούμε ζώα για ανθρώπινους σκοπούς. Ο σπισισμός αποτυγχάνει να παράσχει μια ισχυρή υπεράσπιση.